Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΜΟΝΟΜΑΧΙΕΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ



Η φυσική κατάσταση, όπως σε όλα τα αθλήματα, έτσι και στο ποδόσφαιρο, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην αθλητική απόδοση και επίδοση. Τα διάφορα στοιχεία της φυσικής κατάστασης (αερόβια – αναερόβια ικανότητα, μορφές δύναμης, ευλυγισία – εύρος κίνησης) σχετίζονται άμεσα με όλα τα τεχνικοτακτικά στοιχεία του εκάστοτε αθλήματος.

Για το λόγο αυτό οι προσωπικές μονομαχίες παρουσιάζουν μια ποικιλία στοιχείων φυσικής κατάστασης που χρειάζεται ο ποδοσφαιριστής προκειμένου να φέρει με επιτυχία εις πέρας μια προσωπική μονομαχία. Και επειδή μπορούμε να αναλύουμε για εκατοντάδες σελίδες τα στοιχεία αυτά, θα αναφερθούμε σε συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία θεωρούμε σημαντικότερα για τις προσωπικές μονομαχίες.

Ένα χαρακτηριστικό των προσωπικών μονομαχιών είναι ότι κατά τη διάρκεια του αγώνα η μια μονομαχία διαδέχεται την άλλη. Αυτό σημαίνει ότι ο ποδοσφαιριστής πρέπει να είναι ανά πάσα ώρα έτοιμος να συμμετέχει σε μια μονομαχία. Δηλαδή  ο ποδοσφαιριστής πρέπει να έχει αναρρώσει σωματικά από την προηγούμενη μονομαχία για να μπορέσει να συνεχίσει στην επόμενη. Έτσι αντιλαμβανόμαστε ότι ο χρόνος ανάρρωσης είναι άλλες φορές επαρκής και άλλες ελάχιστος.  Για τον λόγο αυτό ο ποδοσφαιριστής πρέπει να έχει ‘ικανοποιητική’ αεροβική ικανότητα. Αεροβική ικανότητα είναι η δυνατότητα του ανθρώπινου οργανισμού να λαμβάνει και να χρησιμοποιεί όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ποσότητα οξυγόνου. Έτσι μέσω της πρόσληψης οξυγόνου και των βιοχημικών διεργασιών που πραγματοποιούνται στον οργανισμό, παράγεται ενέργεια και ο ποδοσφαιριστής αναρρώνει πιο γρήγορα ή πιο αργά ανάλογα με την μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου. Καλύτερη αεροβική ικανότητα ισοδυναμεί με μεγαλύτερη μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου και μικρότερο χρόνο ανάρρωσης.


Άλλο χαρακτηριστικό των προσωπικών μονομαχιών είναι ότι οι περισσότερες πραγματοποιούνται εν ριπή οφθαλμού. Μια ντρίπλα, ένα άλμα για κεφαλιά, μια εκτίναξη από τον τερματοφύλακα σε ένα πέναλτι, αποτελούν ενέργειες οι οποίες πραγματοποιούνται σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Κατά την προσωπική μονομαχία ο ποδοσφαιριστής έχει ελάχιστο χρόνο στη διάθεσή του προκειμένου να ασκήσει μεγάλες δυνάμεις με τα πόδια του στο έδαφος, έτσι ώστε να προσποιηθεί, να αλλάξει κατεύθυνση, να κάνει άλμα ή να εκτιναχθεί (τερματοφύλακας). Το στοιχείο αυτό αποτελεί την ταχυδυναμική ικανότητα του ποδοσφαιριστή. Ουσιαστικά ταχυδύναμη είναι η ικανότητα του αθλούμενου να εφαρμόζει όσο το δυνατόν μεγαλύτερες δυνάμεις στον ελάχιστο δυνατό χρόνο. Η ικανότητα αυτή εξαρτάται από πολλές παραμέτρους. Προς το παρόν δεν θα αναφερθούμε στις προπονητικές προσαρμογές που μπορεί να έχει ένας ποδοσφαιριστής από τα παρεμβατικά προγράμματα προπόνησης διότι είναι ένα ξεχωριστό κεφάλαιο το οποίο χρήζει εκτενέστερης αναλύσεως.

Από τα φυσικά χαρακτηριστικά του ποδοσφαιριστή, μία από τις σημαντικότερες παραμέτρους είναι η σύνθεση των μυϊκών ινών ως προς τις μυϊκές ίνες ταχείας και βραδείας συστολής. Πιο απλά κατά την βράχυνση ενός μυ, οι ίνες ταχείας συστολής είναι αυτές οι οποίες ενεργοποιούνται περισσότερο σε δραστηριότητες μεγάλης έντασης, μικρής διάρκειας, και είναι ιδιαίτερα καματογόνες. Αντίθετα οι ίνες βραδείας συστολής είναι εκείνες που ενεργοποιούνται περισσότερο σε δραστηριότητες χαμηλής έντασης, μεγάλης διάρκειας και είναι λιγότερο καματογόνες. Ποδοσφαιριστές με μεγαλύτερο ποσοστό μυϊκών ινών ταχείας συστολής στους μυς τους είναι συνήθως γρηγορότεροι.
Επίσης όταν ένας ασκούμενος θέλει να μετατοπίσει το σώμα του, πρέπει να ασκήσει με τα πόδια του δυνάμεις στο έδαφος, οι οποίες θα πρέπει να είναι πολύ μεγαλύτερες από τις ελκτικές δυνάμεις (βάρος) και τις δυνάμεις αδράνειας μαζί. Έτσι συμπεραίνουμε ότι η μέγιστη δύναμη των μυών των κάτω άκρων αποτελεί έναν ακόμη σημαντικό παράγοντα. Μέγιστη δύναμη είναι η μεγαλύτερη δυνατή δύναμη που μπορεί να αναπτύξει το νευρομυϊκό σύστημα σε μία συνειδητή μυϊκή συστολή. Η μέγιστη δύναμη εξαρτάται από τη διάμετρο των μυϊκών ινών. Μυς που αποτελείται από ίνες μεγάλης διαμέτρου μπορεί να αποδώσει μεγαλύτερες τιμές δύναμης από έναν μυ που αποτελείται από ίνες μικρότερης διαμέτρου.

Συνοψίζοντας μπορούμε να πούμε ότι ποδοσφαιριστής που είναι ‘ταχύς’ και ‘δυνατός’, συνήθως χαρακτηρίζεται από ‘υψηλή’ ταχυδυναμική ικανότητα. Είναι όμως αυτό αρκετό; Όπως αναφέραμε προηγουμένως ταχυδύναμη (ή ρυθμός ανάπτυξης δύναμης – ΡΑΔ) είναι  ικανότητα υλοποίησης υψηλών  τιμών δύναμης στην μονάδα του χρόνου και ορίζεται σαν το πηλίκο  της τιμής της μέγιστης δύναμης προς τον απαιτούμενο χρόνο (ΡΑΔ=ΜΕΓΙΣΤΗ ΔΥΝΑΜΗ/ΑΠΑΙΤ.ΧΡΟΝΟΣ). Αυτό σημαίνει ότι εάν στο πηλίκο μεγ.δυν./απαιτ.χρόνος ο παρανομαστής παρουσιάζει χαμηλές τιμές τότε ο ΡΑΔ αυξάνεται. Παράλληλα όταν οι τιμές του αριθμητή αυξάνονται τότε ο ΡΑΔ και πάλι αυξάνεται. Έτσι οδηγούμαστε στο συμπέρασμα ότι ένας ποδοσφαιριστής δεν αρκεί να είναι μόνο δυνατός ή μόνο γρήγορος, αλλά πρέπει να μπορεί να πετύχει μεγάλες δυνάμεις σε μικρό χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι ο ποδοσφαιριστής ο οποίος θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να πετύχει μεγάλες δυνάμεις και ο ποδοσφαιριστής οποίος θα χρειαστεί μικρό χρόνο αλλά δεν θα πετύχει μεγάλες δυνάμεις, δεν θα έχουν καλές τιμές στον ΡΑΔ.
Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι απαιτείται μια σχετική ισορροπία σε ότι αφορά τα στοιχεία φυσικής κατάστασης προκειμένου να κερδηθεί μια προσωπική μονομαχία. Καλύτερη φυσική κατάσταση ή περισσότερες κερδισμένες μονομαχίες, δεν σημαίνουν πάντα νίκη στο ποδόσφαιρο. Σημαντικό ρόλο παίζουν επίσης τα ψυχικά και πνευματικά χαρακτηριστικά των παικτών όπως επίσης και τα τεχνικοτακτικά στοιχεία της κάθε ομάδας όπως έχει ήδη αναλύσει εκτενώς ο εκλεκτός συνάδελφος κ. Δημήτριος Ελευθεριάδης. Μπορούμε όμως να πούμε με βεβαιότητα ότι η ομάδα η οποία αποτελείται από καλά προπονημένους ποδοσφαιριστές με πλούσια φυσικά προσόντα, έχει το πλεονέκτημα μέσα στο γήπεδο… 


Παναγιώτης Λίτσας: Γυμναστής -fitness analysis



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου